-
1 она
она (н)её, (н)ей. (н)ею, о ней) αυτή· она там будет αυτή θα είναι εκεί· её не было дома δεν ήτανε σπίτι· мы уедем без неё θα φύγουμε χωρίς αυτή· я ей напишу θα της γράψω γράμμα* мы обратимся к ней θα απευθυνόμαστε σ' αυτή· я хочу её видеть θέλω να την βλέπω· перевод сделан ею αυτή έκανε τη μετάφραση* вы с ней незнакомы? την γνωρίζετε; я говорил о ней μιλούσα γι* αυτή* * *((н)её, (н)ей, (н)ею, о ней)она́ там бу́дет — αυτή θα είναι εκεί
её не́ было до́ма — δεν ήτανε σπίτι
мы уе́дем без неё — θα φύγουμε χωρίς αυτή
я ей напишу́ — θα της γράψω γράμμα
мы обрати́мся к ней — θα απευθυνόμαστε σ'αυτή
я хочу́ её ви́деть — θέλω να την βλέπω
перево́д сде́лан е́ю — αυτή έκανε τη μετάφραση
я говори́л о ней — μιλούσα γι'αυτή
-
2 пока
пока 1. наречет την ώρα ακόμη (еще)' \пока что για την ώρα* я этого \пока не знаю ακόμη δεν το ξέρω· побудьте \пока здесь μείνετε προς το παρόν εδώ 2. союз ενώ, όταν, ώσπου· \пока я разговаривал, он ушёл ενώ μιλούσα, αυτός έφυγε* * *1. нареч.пока́ что — για την ώρα
я э́того пока́ не зна́ю — ακόμη δεν το ξέρω
2. союзпобу́дьте пока́ здесь — μείνετε προς το παρόν εδώ
ενώ, όταν, ώσπουпока́ я разгова́ривал, он ушёл — ενώ μιλούσα, αυτός έφυγε
См. также в других словарях:
Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… … Wikipedia
αυτός — ή, ό 1. προσωπική αντωνυμία του γ προσώπου: Εγώ μιλούσα κι αυτός χάζευε. 2. αντωνυμία δεικτική: Σ αυτό το δρόμο κάθομαι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μαλλί — το 1. τρίχωμα των ζώων, ιδιαίτερα των προβάτων. 2. στον πληθ., τα μαλλιά το τρίχωμα της κεφαλής του ανθρώπου: Είχε απαλά μακριά μαλλιά. 3. (συνεκδοχ.), οι ίνες των καρπών και των φυτών που μοιάζουν με μαλλί. 4. φρ., «Γίναμε μαλλιά κουβάρια»,… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)